τα Κάλαντα του Λαζάρου. «Λαζαρίνες». |
οι «Αγερμοί». |
Τα κάλαντα αυτά, τραγουδούν μόνο κορίτσια, οι λεγόμενες «Λαζαρίνες». Από την προηγούμενη έχουν μαζέψει λουλούδια και με αυτά έχουν στολίσει καλαθάκια. Με αυτά τα καλαθάκια γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν:
«Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε των Βαγιών η εβδομάδα. Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι, ήρθε η μέρα σου και η χαρά σου. Πού ήσουν Λάζαρε; Πού ήσουν κρυμμένος; Κάτω στους νεκρούς στους πεθαμένους. Δε μου φέρνετε, λίγο νεράκι, που το στόμα μου πικρό φαρμάκι. Δε μου φέρνετε λίγο λεμόνι. που το στόμα μου, σαν περιβόλι. Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια, ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια. Bάγια, Bάγια και Bαγιώ. τρώνε ψάρι και κολιό. Και την άλλη Κυριακή, τρώνε το ψητό τ' αρνί. Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάγια, ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια. Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι, ήρθε η μάνα σου από την πόλη, σου ‘φερε χαρτί και κομπολόι. Γράψε Θόδωρε και συ Δημήτρη, γράψε Λεμονιά και Κυπαρίσσι. Το κοφνάκι μου θέλει αυγά, κι η τσεπούλα μου θέλει λεφτά. Βάγια, Βάγια των Βαγιών, τρώνε ψάρι και κολιό και την άλλη Κυριακή τρώνε το παχύ τ' αρνί.» Οι νοικοκυραίοι που άκουγαν τα κάλαντα, έδιναν στις Λαζαρίνες φρούτα, διάφορα φαγώσιμα ή χρήματα.
|
Τα παιδιά γυρνάνε από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας ένα ομοίωμα του Λαζάρου, και τραγουδούν τους «Αγερμούς»:
«Πες μας Λάζαρε τι είδες, εις τον Άδη που επήγες. Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους. Δώστε μου λίγο νεράκι, να ξεπλύνω το φαρμάκι. Της καρδούλας μου το λέω, και μοιρολογώ και κλαίω. Του χρόνου πάλι να 'ρθουμε, με υγεία να σας βρούμε. Και ο νοικοκύρης του σπιτιού, χρόνια πολλά να ζήσει. Να ζήσει χρόνια εκατό, και να τα ξεπεράσει.» |